Ας το ξαναπιάσουμε από την αρχή, με πιο “ανθρώπινο” τρόπο αυτή τη φορά. Εγώ, η Λίνα, στην αρχή νόμιζα πως βρήκα τον ιδανικό τύπο. Ο Άλεξ εμφανίστηκε στη ζωή μου σαν κάτι που πάντα έλειπε αλλά ποτέ δεν κατάλαβα πόσο μέχρι που τον γνώρισα. Ήταν όλα τόσο παραμυθένια στην αρχή. Μιλούσαμε για ώρες, γελούσαμε, και μοιραζόμασταν τα πάντα. Ένιωθα σαν να είχα βρει τον άνθρωπο που με καταλαβαίνει περισσότερο από κάθε άλλον.
Αλλά μετά, τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Ο Άλεξ, που στην αρχή φαινόταν τόσο γλυκός και κατανοητικός, άρχισε να δείχνει μια άλλη πλευρά του. Αρχικά, ήταν μικρά πράγματα που έκανα πέρασμα, σκεπτόμενη πως ίσως απλά είχε κακές μέρες. Αλλά μετά, οι “κακές μέρες” έγιναν η κανονικότητα. Έλειπε ο σεβασμός, οι καυγάδες έγιναν συχνότεροι, και οι συγγνώμες του φάνηκαν να χάνουν κάθε νόημα.
Ήταν σαν να ξύπνησα από ένα όνειρο και να βρέθηκα σε μια πραγματικότητα που δεν ήθελα να πιστέψω. Ο πρίγκιπας του παραμυθιού μου, ο άνθρωπος που νόμιζα πως ήταν η απάντηση σε όλες μου τις προσευχές, αποδείχθηκε να είναι ένας… βάτραχος. Και όχι το είδος του βατράχου που μεταμορφώνεται σε πρίγκιπα με ένα φιλί. Όχι, ο Άλεξ ήταν ο τύπος του βατράχου που σε κάνει να αναρωτιέσαι πώς ποτέ θεώρησες ότι ήταν περισσότερο από αυτό.
Η αλήθεια είναι πως ο πόνος από την απογοήτευση ήταν βαθύς, αλλά και ένας σημαντικός δάσκαλος. Μέσα από τα συντρίμμια του “παραμυθιού” μου, άρχισα να βλέπω την αξία της αυτοαγάπης και της αυτοεκτίμησης. Έμαθα πως κανείς δεν έρχεται να σε σώσει, παρά μόνο εσύ ο ίδιος μπορείς να κάνεις αυτό το ταξίδι.
Στο τέλος, ο Άλεξ δεν ήταν ο πρίγκιπας που περίμενα, αλλά ήταν η αφορμή για να γίνω εγώ η δική μου ηρωίδα. Και αυτό, από μόνο του, ήταν ένα παραμύθι που άξιζε να ζήσω.